μιξοφυής

From LSJ

Χαίρειν ἐπ' αἰσχροῖς οὐδέποτε χρὴ πράγμασιν → Non decet in rebus esse laetum turpibus → In schlimmer Not ist Freude niemals angebracht

Menander, Monostichoi, 544
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μιξοφῠής Medium diacritics: μιξοφυής Low diacritics: μιξοφυής Capitals: ΜΙΞΟΦΥΗΣ
Transliteration A: mixophyḗs Transliteration B: mixophyēs Transliteration C: miksofyis Beta Code: micofuh/s

English (LSJ)

μιξοφυές, of mixed nature, Sch.E.Ph.813.

German (Pape)

[Seite 189] ές, von gemischter Natur, Schol. Eur. Phoen. 813.

Greek (Liddell-Scott)

μιξοφυής: -ές, μικτῆς φύσεως, περὶ τῆς Σφιγγός, Σχόλ. εἰς Εὐρ. Φοιν. 813.

Greek Monolingual

μιξοφυής, -ές (Α)
(για τη Σφίγγα) αυτός που έχει μικτή φύση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. μιξ(ο)- του μίγνυμι / μείγνυμι + -φυής(< φύω / φύομαι), πρβλ. λεπτοφυής].