μυελοτρεφής

From LSJ

Γυνὴ γυναικὸς πώποτ' οὐδὲν διαφέρει → Nihil propemodum mulier distat mulieri → Zwischen erster Frau und zweiter ist kein Unterschied

Menander, Monostichoi, 109
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μυελοτρεφής Medium diacritics: μυελοτρεφής Low diacritics: μυελοτρεφής Capitals: ΜΥΕΛΟΤΡΕΦΗΣ
Transliteration A: myelotrephḗs Transliteration B: myelotrephēs Transliteration C: myelotrefis Beta Code: muelotrefh/s

English (LSJ)

μυελοτρεφές, breeding marrow, Tim.Fr.24.

German (Pape)

[Seite 213] ές, marknährend, gebend, E. M 630, 43 aus Timotheus.

Greek (Liddell-Scott)

μυελοτρεφής: -ές, τεθραμμένος διὰ μυελοῦ, Τιμόθ. 11.

Greek Monolingual

μυελοτρεφής, -ές (Α)
αυτός που τρέφεται ή έχει τραφεί με μυελό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μυελός + -τρεφής (< τρέφω), πρβλ. μηροτρεφής].