μυθομανής

From LSJ

φύσις ἁπάντων τῶν διδαγμάτων κρατεῖ → Natura superat omne doctrinae genusNatur ist überlegen jedem Unterricht

Menander, Monostichoi, 213

Greek Monolingual

-ές
αυτός που πάσχει από μυθομανία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μύθος + -μανής (< μαίνομαι), πρβλ. κλεπτομανής].