μυχόνους

From LSJ

ἀλλ' οὐκ οἰωνοῖσιν ἐρύσσατο κῆρα μέλαιναν → by no augury could he ward off black death

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μυχόνους Medium diacritics: μυχόνους Low diacritics: μυχόνους Capitals: ΜΥΧΟΝΟΥΣ
Transliteration A: mychónous Transliteration B: mychonous Transliteration C: mychonous Beta Code: muxo/nous

English (LSJ)

-ουν, contr. for μυχόνοος.

German (Pape)

[Seite 224] erkl. Phot. κρυψίνους.

Greek Monolingual

μυχόνους, -ουν και -οος, -οον (Α)
αυτός που δεν εξωτερικεύει τις σκέψεις του, κρυψίνους, καχύποπτος, επιφυλακτικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μυχός + νοῦς (πρβλ. ιμερό-νους, κακό-νους)].