Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
Οὔτοι συνέχθειν, ἀλλὰ συμφιλεῖν ἔφυν → I was not born to hate, but to love.
-η, -ο1. αυτός που έχει χάσει το χρώμα του, ξεθωριασμένος2. (για χρώμα) αυτός που έχει χάσει την αρχική του ζωηρότητα, άτονος3. μτφ. αχνός, δυσδιάκριτος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ξ(ε)- + -θωρος (< θ. θωρ- του θωρώ), πρβλ. κοντό-θωρος].