ξανθότριχος

From LSJ

ὥστε πλείους ἢ χιλίας ἱεροδούλους ἐκέκτητο ἑταίρας → it owned more than a thousand temple-slaves, courtesans

Source

Greek Monolingual

-η, -ο
αυτός που έχει ξανθές τρίχες, ξανθός, ξανθομάλλης.