μὴ πόνει, ὦ Ξάνθια, ἀλλὰ ἔλθε δεῦρο → Don't keep suffering, Xanthias, but come here.
ανοίγω τη θηλειά και βγάζω το κουμπί ή την πόρπη, ξεκουμπώνω.[ΕΤΥΜΟΛ. < στερ. ξ(ε)- + θηλυκώνω «κουμπώνω»].