Κρεῖττον τὸ μὴ ζῆν ἐστιν ἢ ζῆν ἀθλίως → Death is better than a life of misery → Satius mori quam calamitose vivere → Der Tod ist besser als ein Leben in der Not
(ΑΜ ὀνειδίζω) όνειδος
1. διατυπώνω προσβλητική κατηγορία εναντίον κάποιου, κατηγορώ, ψέγω
2. επιτιμώ, επιπλήττω, («ὀνειδίζετε τοῖς ἀδικοῦσιν», Λυσ.)
3. περιπαίζω, χλευάζω
4. καταντροπιάζω, ρεζιλεύω.