Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

παγωτό

From LSJ

Κενῆς δὲ δόξης οὐδὲν ἀθλιώτερον → Nihil est inani gloria infelicius → Als leerer Ruhm jedoch ist nichts unseliger

Menander, Monostichoi, 289

Greek Monolingual

το
δροσιστικό γλύκισμα το οποίο παρασκευάζεται με τεχνητή ψύξη μιγμάτων από γάλα, ζάχαρη, χυμούς φρούτων ή σοκολάτα και αβγά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πάγος + κατάλ. -ωτό κατά το αμυγδαλ-ωτό].