παραπροϊόν

From LSJ

αὐτόματοι δ' ἀγαθοὶ ἀγαθῶν ἐπὶ δαῖτας ἴασιautomatically do the noble go to the feasts of the noble

Source

Greek Monolingual

το
1. δευτερεύον προϊόν της χημικής βιομηχανίας που παράγεται ταυτόχρονα με το κύριο προϊόν της και χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη σε άλλη βιομηχανία
2. βλαπτική ουσία που προκύπτει από την επεξεργασία του κύριου προϊόντος
3. μτφ. (κυρίως για πνευματική παραγωγή) προϊόν κατώτερης ποιότητας.