πεζοβατώ

From LSJ

Γῆ πάντα τίκτει καὶ πάλιν κομίζεται → Tellus ut edit, ita resorbet omnia → Die Erde alles gebiert und wieder in sich birgt

Menander, Monostichoi, 89

Greek Monolingual

-έω, Α
διέρχομαι, περνώ μια περιοχή πεζός, με τα πόδια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεζός + -βατῶ (< -βάτης < βαίνω), πρβλ. ορειβατώ].