δέξηται, δέχονται, ύπεδέξατο, προσδέχεται → should receive, receive, received, receives
-έω, ΝΜΑ πεζοπόρος1. βαδίζω με τα πόδια, πεζοδρομώ2. πορεύομαι στην ξηρά, κάνω χερσαίο ταξίδι, οδοιπορώ.