πτωματώδης

From LSJ

Sunt verba voces quibus hunc lenire dolorem possis, magnam morbi deponere partem → Words will avail the wretched mind to ease and much abate the dismal black disease.

Horace, Epistles 1.34

Greek Monolingual

-ες, Ν
όμοιος με πτώμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πτώμα, -ατος. Η λ. μαρτυρείται από το 1894 στην εφημερίδα Ακρόπολις].