συμμαχικῶς

From LSJ

Τάς θύρας, τάς θύρας. Ἐν σοφία πρόσχωμεν. → the doors, the doors, in wisdom let us attend | The doors! The doors! In wisdom, let us be attentive!

Source

French (Bailly abrégé)

adv.
en allié.
Étymologie: συμμαχικός.

Russian (Dvoretsky)

συμμᾰχικῶς: как союзники, как подобает союзникам (περί τινος βουλεύεσθαι Isocr.).