συνειδητοποιώ

From LSJ

ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω → no one ignorant of geometry may enter, let no one ignorant of geometry enter, let no one ignorant of geometry come in

Source

Greek Monolingual

-έω, Ν
αποκτώ σαφή και ενσυνείδητη γνώση της σημασίας γεγονότος ή κατάστασης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συνειδητός + -ποιώ].