ἀλλὰ σὺ μὲν νῦν στῆθι καὶ ἄμπνυε → but you, stop now and catch your breath | but do thou now stand, and get thy breath
το, Ν1. επιδέξια κίνηση στον χορό ή στην πάλη, κόλπο2. (γενικά) σκέρτσο, νάζι.[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. calim].