τυμπανοφορούμαι

From LSJ

πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → the critical moment will turn out to be the teacher of many things

Source

Greek Monolingual

-έομαι, Α
μεταφέρω τύμπανο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τύμπανον + -φοροῦμαι (< -φόρος)].