ᾁδειν ἀμουσότερα Λειβηθρίων → sing worse than Leibethrans, sing worse than the people of Leibethra
η, Νδεξαμενή νερού, στέρνα, ντεπόζιτο νερού.[ΕΤΥΜΟΛ. < ύδωρ, ύδατος + αποθήκη. Η λ. μαρτυρείται από το 1884 στον Αν. Σούλη].