σύμμικτον εἶδος κἀποφώλιον βρέφος → an infant of mixed appearance, born to sterility
-ον, Α1. πολύ πικρόχολος ή πολύ ευέξαπτος2. αυτός που παρουσιάζει υπέρμετρη αύξηση χολής.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ- + χόλος «οργή» (πρβλ. κατά-χολος, ὑπό-χολος)].