χωροτάκτης

From LSJ

τὴν οἴησιν ἔλεγε προκοπῆς ἐγκοπήν → he used to say, Opinion forming is the stoppage of progress

Source

Greek Monolingual

ο, Ν
επιστήμονας ειδικευμένος στην χωροταξία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χώρος + -τάκτης (< τάσσω), πρβλ. λιποτάκτης.