ψήφων

From LSJ

Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art

Menander, Monostichoi, 336
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ψήφων Medium diacritics: ψήφων Low diacritics: ψήφων Capitals: ΨΗΦΩΝ
Transliteration A: psḗphōn Transliteration B: psēphōn Transliteration C: psifon Beta Code: yh/fwn

English (LSJ)

ωνος, ὁ, ready reckoner, Man.5.277 (dub.; v.l. ψηφών).

Greek (Liddell-Scott)

ψήφων: -ωνος, ὁ, δεινὸς περὶ τὴν λογιστικὴν (ἐπὶ φυλαργύρου), Μανέθων 5. 277, ἀμφιβ.· ἐν τῷ κώδ. ψηφών.

Greek Monolingual

-ωνος, ὁ, Α
(για φιλάργυρο) ο δεινός στους υπολογισμούς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ψῆφος + επίθημα -ων (πρβλ. πτέρων)].