ψυχούλα

From LSJ

ἔστιν δέ που ἡ μὲν ἐπὶ σώμασι γυμναστική, ἡ δ' ἐπὶ ψυχῇ μουσική → I think I am right in saying that we have physical exercise for the body and the arts for the soul

Source

Greek Monolingual

η, Ν ψυχή
(υποκορ. τ. του ψυχή)
1. μτφ. ευαίσθητη, τρυφερή ύπαρξη
2. μικρή πεταλούδα, πεταλουδίτσα.