ἤκουσεν ἐν Ῥώμῃ καὶ ἀρσένων ἑταιρίαν εἶναι → he heard that there was also a fellowship of males in Rome (Severius, commentary on Romans 1:27)
ἀγγελία, γερουσία, κηρυκεία, κηρυκηΐη, ἐξεσίη, πρέσβευσις, πρεσβεία, πρέσβευμα