ἀγριάμπελος

From LSJ

οὐ μακαριεῖς τὸν γέροντα, καθ' ὅσον γηράσκων τελευτᾷ, ἀλλ' εἰ τοῖς ἀγαθοῖς συμπεπλήρωται· ἕνεκα γὰρ χρόνου πάντες ἐσμὲν ἄωροι → do not count happy the old man who dies in old age, unless he is full of goods; in fact we are all unripe in regards to time

Source

German (Pape)

[Seite 23] ὁ, wilder Weinstock, Diosc.

Greek (Liddell-Scott)

ἀγριάμπελος: ἡ, ἀγρία ἄμπελος, ἀγριόκλημα, Διοσκ.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ bot. nueza, Bryonia cretica L., otra denominación de la βρυωνία (q.u.) Hsch., Hippiatr.4.9, Gloss.Bot.Gr.308.17.