ἀνοιδαίνω

From LSJ

Εἰ μὴ φυλάσσεις μίκρ', ἀπολεῖς τὰ μείζονα → Maiora perdes, minima ni servaveris → Wer Kleines nicht erhält, verliert das Größre auch

Menander, Monostichoi, 172
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνοιδαίνω Medium diacritics: ἀνοιδαίνω Low diacritics: ανοιδαίνω Capitals: ΑΝΟΙΔΑΙΝΩ
Transliteration A: anoidaínō Transliteration B: anoidainō Transliteration C: anoidaino Beta Code: a)noidai/nw

English (LSJ)

A blow up, inflate, Poll.4.179: aor. inf. ἀνοιδῆναι Q.S. 14.470.
II intr., = ἀνοιδέω, Nic.Fr.68.7.

Spanish (DGE)

1 tr. hinchar de los vientos ἀνοιδῆναι τε θάλασσαν Q.S.14.470.
2 intr. hincharse τὸ ἀνοιδαῖνον συστεῖλαι Poll.4.179, ἀνοιδαίνει βαρὺ κρῖμνον Nic.Fr.68.7, φῶτες ἀνοιδαίνοντες ὀλέθρῳ cuerpos que se hinchan con la muerte de ahogados, Nonn.D.6.279
tb. en v. med. ἀνοιδαίνοντο δὲ μαζοί Nonn.D.9.57.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνοιδαίνω: φουσκώνω, ἐνεργ. κάμνω τι νὰ φουσκώσῃ, Πλωτῖν. 449D · μέσ. ἀόρ. ἀνοιδῆναι Κόϊντ. Σμ. Ξ. 470: - Παθ., ἐξογκοῦμαι, ἐπὶ τῶν μυώνων, Χρηστοδ. Ἔκφρ. 234. ΙΙ. ἀμετάβ., = ἀνοιδέω Νίκ. Παρ’ Ἀθην. 126C.

Greek Monolingual

ἀνοιδαίνω (Α)
βλ. ανοιδώ.

German (Pape)

(οἰδαίνω), aufschwellen, trans., Sp. – Pass. intr.