ἀξιογέραστος

From LSJ

οἵτινες πόλιν μίαν λαβόντες εὐρυπρωκτότεροι πολύ τῆς πόλεος ἀπεχώρησαν ἧς εἷλον τότεafter taking a single city they returned home, with arses much wider than the city they captured

Source

Spanish (DGE)

-ον
que merece honrarse subst. τὸ ἀξιογέραστον τοῦ ἀνδρός Tz.Comm.Ar.3.904.2.

Greek (Liddell-Scott)

ἀξιογέραστος: -ον, ἄξιος βραβείου, Νικόλ. Μεθών. ἔκδ. Ἀνδρον. Δημητρακοπούλου, σ. 4.