ἀπικνέομαι
From LSJ
Οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → Neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these
English (LSJ)
Ionic for ἀφικνέομαι.
Spanish (DGE)
v. ἀφικνέομαι.
German (Pape)
[Seite 291] Her., = ἀφικνέομαι.
French (Bailly abrégé)
prés. ion. de ἀφικνέομαι.
Russian (Dvoretsky)
ἀπικνέομαι: ион. = ἀφικνέομαι.