ἀστερόφοιτος

From LSJ

νύκτα οὖν ἡμέραν ποιούμενος → without delay, as soon as possible, as fast as possible, making the night day, making night into day, turning night into day

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀστερόφοιτος Medium diacritics: ἀστερόφοιτος Low diacritics: αστερόφοιτος Capitals: ΑΣΤΕΡΟΦΟΙΤΟΣ
Transliteration A: asteróphoitos Transliteration B: asterophoitos Transliteration C: asterofoitos Beta Code: a)stero/foitos

English (LSJ)

ἀστερόφοιτον,
A traversing the stars, especially of constellations, Ἠριδανός Nonn. D. 23.298, al.
II traversed by stars, κύκλος Ὀλύμπου ib.32.10, al.

Spanish (DGE)

-ον
1 recorrido por las estrellas κύκλος Ὀλύμπου Nonn.D.32.10, στέφος Nonn.D.8.98.
2 que avanza a través de las estrellas Ἠριδανός (e.d. la Vía Láctea) Nonn.D.23.298, Γανυμήδης Nonn.D.25.449, κόσμου φύσις Hymn.Mag.20.26.

German (Pape)

[Seite 375] unter Sternen wandelnd, Nonn. D. 2, 262 u. öfter.

Greek (Liddell-Scott)

ἀστερόφοιτος: -ον, ὁ μεταξὺ τῶν ἀστέρων περιπατῶν, συχνάζων, Νόνν. Δ. 2. 262, κτλ.

Greek Monolingual

ἀστερόφοιτος, -ον (Α)
1. αυτός που περνάει ανάμεσα από τα άστρα
2. εκείνος που τ' άστρα περνούν ανάμεσά του («ἀστερόφοιτος κύκλος Ὀλύμπου», Nόv.).