ἄμμε
From LSJ
τὸ γὰρ εὖ πράττειν παρὰ τὴν ἀξίαν ἀφορμὴ τοῦ κακῶς φρονεῖν τοῖς ἀνοήτοις γίγνεται → undeserved success engenders folly in unbalanced minds
τὸ γὰρ εὖ πράττειν παρὰ τὴν ἀξίαν ἀφορμὴ τοῦ κακῶς φρονεῖν τοῖς ἀνοήτοις γίγνεται → undeserved success engenders folly in unbalanced minds
Full diacritics: ἄμμε | Medium diacritics: ἄμμε | Low diacritics: άμμε | Capitals: ΑΜΜΕ |
Transliteration A: ámme | Transliteration B: amme | Transliteration C: amme | Beta Code: a)/mme |
v. ἄμμες.
v. ἐγώ.
see ἡμεῖς.
(Μ ἀμμέ)
βλ. αμέ.
ἄμμε: Αιολ. αντί ἡμᾶς, αιτ. πληθ. του ἐγώ.
ἄμμε: эп. и староэол. = ἡμᾶς.
s. ἡμεῖς.