ἄογκος

From LSJ

Περὶ τῶν Ἱπποκράτους καὶ Πλάτωνος δογμάτων → On the Doctrines of Hippocrates and Plato

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἄογκος Medium diacritics: ἄογκος Low diacritics: άογκος Capitals: ΑΟΓΚΟΣ
Transliteration A: áonkos Transliteration B: aonkos Transliteration C: aogkos Beta Code: a)/ogkos

English (LSJ)

ἄογκον,
A notbulky, attenuated, σῶμα ὡς ἀογκότατον Hp.Nat.Hom. 9.
2 immaterial, Syrian. in Metaph.143.22; without mass or bulk, Plot.6.1.26,6.4.5, Porph.Sent.27: Comp., Dam.Pr.372.

Spanish (DGE)

-ον
1 delgado σῶμα ... ἔσται ἀογκότατον Hp.Nat.Hom.9.5.
2 inmaterial ὅσα δὲ φυσικὰ καὶ ῥέπει ταῖς ἐνεργείαις εἰς ὕλην, ταῦτα καίπερ ἄογκα καὶ ἀσώματα ὄντα Syrian.in Metaph.143.22
que no tiene volumen o masa τὸ ἔλαττον ... οὐδὲ παραθετέον ὄγκον πρὸς ἄογκον ἐν μετρήσει Plot.6.4.5, cf. Porph.Sent.27, Dam.Pr.372
τὸ ἄ. lo que carece de masa corpórea τὸ ἄ. καὶ τὸ ἕν Plot.6.1.26.

German (Pape)

[Seite 271] ohne Geschwulst; hager, Hippocr. u. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἄογκος: -ον, ὁ μὴ ἔχων ὄγκον, λεπτός, λελεπτυσμένος, ὡς ἀογκότατον Ἱππ. 229. 5.

Greek Monolingual

ἄογκος, -ον (Α)
1. αυτός που δεν έχει μεγάλο όγκο, λεπτός
2. όποιος δεν έχει μάζα ή όγκο.