ἐντρυγάω
From LSJ
Ταμιεῖον ἀνθρώποισι σωφροσύνη μόνη → Magnum horreum est hominibus temperantia → Ihr Vorratsschatz ist Menschen Mäßigung allein
English (LSJ)
gather grapes in, Moeris s.v. ἄρριχος.
Spanish (DGE)
• Grafía: graf. ἐντρυκ- PPrincet.39.7 (III d.C.)
agr. recolectar, almacenar lo vendimiado en κόφινος πυκνός, εἰς ὃν ἐνετρύγων Moer.α 115
•recolectar, cosechar σικύρια PPrincet.l.c.
•fig. τὰ θεῖα λόγια τῶν διδασκάλων ἐν τῷ καρτάλλῳ τῆς ἀκοῆς ἐντρυγήσας Chrys.M.61.739.
German (Pape)
[Seite 859] die Trauben hineinlesen, εἴς τι, Moeris v. ἄῤῥιχος.
Greek (Liddell-Scott)
ἐντρῠγάω: τρυγῶ ἐντός τινος, «ἄρριχος, κόφινος πυκνός, εἰς ὃν ἐνετρύγων» Μοῖρις σ. 55.