Έγ', ὦ ταλαίπωρ', αὐτὸς ὧν χρείᾳ πάρει. Τὰ πολλὰ γάρ τοι ῥήματ' ἢ τέρψαντά τι, ἢ δυσχεράναντ', ἢ κατοικτίσαντά πως, παρέσχε φωνὴν τοῖς ἀφωνήτοις τινά –> Wretched brother, tell him what you need. A multitude of words can be pleasurable, burdensome, or they can arouse pity somehow — they give a kind of voice to the voiceless.
Sophocles, Oedipus at Colonus, 1280-4Click links below for lookup in third sources:
English (LSJ)
τό, all-bone, Plantago bellardi, Dsc.4.11, Plin.HN27.91.
German (Pape)
[Seite 327] τό, eine Pflanze, Diosc.
Greek (Liddell-Scott)
ὁλόστεον: τό, εἶδος πόας ἐχούσης φύλλα παραπλήσια ἀγρώστει, καὶ ῥίζαν σφόδρα λεπτὴν ὡς τρίχα, Διοσκ. 4. 11 (ἴδε Sprengel.), Πλίν. 27. 65.