ῥήϊστος

From LSJ

Πονηρὸν ἄνδρα μηδέποτε ποιοῦ φίλον (μηδέπω κτήσῃ φίλον) → Tibi numquam amicum facito moratum male → Nimm niemals einen schlechten Mann zum Freunde dir

Menander, Monostichoi, 453
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ῥήϊστος Medium diacritics: ῥήϊστος Low diacritics: ρήιστος Capitals: ΡΗΙΣΤΟΣ
Transliteration A: rhḗïstos Transliteration B: rhēistos Transliteration C: riistos Beta Code: r(h/i+stos

English (LSJ)

v. ῥᾴδιος.

German (Pape)

[Seite 840] u. ῥηΐτατος, ion. u. ep. superl. zu ῥᾴδιος, = ῥᾷστος, u. ῥηΐτερος, ep. compar. zu ῥᾴδιος, w. m. s.

French (Bailly abrégé)

Sp. ion. de ῥᾴδιος.

Greek Monolingual

και δωρ. τ. ράϊστος, -ΐστη, -ον, και επικ. και ιων. τ. ρηΐτατος, -άτη, -ον, Α
(επικ. και ιων. τ.) (υπερθ. τ.) βλ. ῥᾱστος.

Greek Monotonic

ῥήϊστος: ῥηΐτατος, ῥηΐτερος, βλ. ῥᾴδιος.

Russian (Dvoretsky)

ῥήϊστος: эп. superl. к ῥᾴδιος.