ῥύπα

From LSJ

Πολλοῖς ὁ Δαίμων, οὐ κατ' εὔνοιαν φέρων, / Μεγάλα δίδωσιν εὐτυχήματ' ... (Euripides) → God brings great good fortune to many, not out of good will,...

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ῥύπα Medium diacritics: ῥύπα Low diacritics: ρύπα Capitals: ΡΥΠΑ
Transliteration A: rhýpa Transliteration B: rhypa Transliteration C: rypa Beta Code: r(u/pa

English (LSJ)

τά, heterocl. pl. of ῥύπος.

German (Pape)

[Seite 852] τά, heterogenischer plur. zu ῥύπος, w. m. s., Od. 6, 93.

Russian (Dvoretsky)

ῥύπα: (ῠ) τά грязь, нечистоты Hom.

Greek (Liddell-Scott)

ῥύπα: τά, ἑτερόκλ. πληθ. τοῦ ῥύπος, ὃ ἴδε, αὐτὰρ ἐπεὶ πλῦνάν τε καὶ κάθηραν ῥύπα πάντα Ὀδ. Ζ. 93.

Greek Monolingual

τὰ, Α
(ετερόκλιτος τ. πληθ.) βλ. ρύπος.

Greek Monotonic

ῥύπα: [ῠ], τά, ετερόκλ. πληθ. του ῥύπος, .