ἀνεικαιότης: Difference between revisions
From LSJ
καὶ τοσαύτῃ περιουσίᾳ χρήσασθαι πονηρίας → in the veriest extravagance of malice
(big3_4) |
(4) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ητος, ἡ<br />[[equilibrio]], [[ponderación]] al emitir un juicio τὴν [ἀ] προπτωσί[αν] τιμῶμ[ε] ν καὶ τὴν [ἀνει] καιότ[η] τα Chrysipp.<i>Stoic</i>.2.39.40, cf. Arr.<i>Epict</i>.3.2.2, D.L.7.46. | |dgtxt=-ητος, ἡ<br />[[equilibrio]], [[ponderación]] al emitir un juicio τὴν [ἀ] προπτωσί[αν] τιμῶμ[ε] ν καὶ τὴν [ἀνει] καιότ[η] τα Chrysipp.<i>Stoic</i>.2.39.40, cf. Arr.<i>Epict</i>.3.2.2, D.L.7.46. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἀνεικαιότης]], η (Α)<br />[[διάκριση]], [[φρόνηση]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>αν</i>- <b>στερ.</b> <span style="color: red;">+</span> [[εικαιότης]] <span style="color: red;"><</span> [[εικαίος]] «[[απερίσκεπτος]], [[απρόσεκτος]]»]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:20, 29 September 2017
English (LSJ)
ητος, ἡ,
A levelheadedness, discretion, Chrysipp.Stoic. 2.40, Arr.Epict.3.2.2, D.L.7.46.
German (Pape)
[Seite 220] ητος, ἡ, Besonnenheit, Vorsicht, Diog. L. 7, 46.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνεικαιότης: -ητος, ἡ, διάκρισις, φρόνησις, Ἀρρ. Ἐπικτ. 3. 2, Διογέν. Λ. 7. 46.
Spanish (DGE)
-ητος, ἡ
equilibrio, ponderación al emitir un juicio τὴν [ἀ] προπτωσί[αν] τιμῶμ[ε] ν καὶ τὴν [ἀνει] καιότ[η] τα Chrysipp.Stoic.2.39.40, cf. Arr.Epict.3.2.2, D.L.7.46.
Greek Monolingual
ἀνεικαιότης, η (Α)
διάκριση, φρόνηση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αν- στερ. + εικαιότης < εικαίος «απερίσκεπτος, απρόσεκτος»].