ψηφικός: Difference between revisions

From LSJ

ἐπιφᾶναι τοῖς ἐν σκότει καὶ σκιᾷ θανάτου καθημένοις, τοῦ κατευθῦναι τοὺς πόδας ἡμῶν εἰς ὁδὸν εἰρήνης → to give light to them that sit in darkness and in the shadow of death to guide our feet into the way of peace | to shine on those who live in darkness and the shadow of death, to guide our feet into the way of peace

Source
(13)
 
(47c)
Line 9: Line 9:
|Beta Code=yhfiko/s
|Beta Code=yhfiko/s
|Definition=ή, όν, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">involving calculations</b>, <span class="bibl">Vett.Val.191.30</span>, al.</span>
|Definition=ή, όν, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">involving calculations</b>, <span class="bibl">Vett.Val.191.30</span>, al.</span>
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -όν, Α [[ψήφος]]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην ψήφο<br /><b>2.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε λογαριασμό («διὰ ψηφικῶν λόγων» — με αριθμητικούς υπολογισμούς, πάπ.).
}}
}}

Revision as of 06:29, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ψηφικός Medium diacritics: ψηφικός Low diacritics: ψηφικός Capitals: ΨΗΦΙΚΟΣ
Transliteration A: psēphikós Transliteration B: psēphikos Transliteration C: psifikos Beta Code: yhfiko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A involving calculations, Vett.Val.191.30, al.

Greek Monolingual

-ή, -όν, Α ψήφος
1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην ψήφο
2. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε λογαριασμό («διὰ ψηφικῶν λόγων» — με αριθμητικούς υπολογισμούς, πάπ.).