ἔνθους: Difference between revisions

From LSJ

Βέλτιόν ἐστι σῶμά γ' ἢ ψυχὴν νοσεῖν → It is better to be sick in respect to the body than in respect to the soul → Deterior animi morbus es quam corporis → Am Körper krank zu sein ist besser als an der Seel'

Menander, Monostichoi, 75
(big3_15)
(12)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=v. [[ἔνθεος]].
|dgtxt=v. [[ἔνθεος]].
}}
{{grml
|mltxt=-oυv (AM [[ἔνθους]], -ουν)<br />συνηρ. τ. του [[ένθεος]], συνηθέστ. στη νέα Ελληνική με τη σημ. ενθουσιασμένος, [[ενθουσιώδης]], [[γεμάτος]] ενθουσιασμό.
}}
}}

Revision as of 06:32, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἔνθους Medium diacritics: ἔνθους Low diacritics: ένθους Capitals: ΕΝΘΟΥΣ
Transliteration A: énthous Transliteration B: enthous Transliteration C: enthous Beta Code: e)/nqous

English (LSJ)

ουν, contr. for ἔνθεος (q. v.).

German (Pape)

[Seite 842] zsgz. = ἔνθεος, Philo.

Greek (Liddell-Scott)

ἔνθους: -ουν, σηνῃρ. ἀντὶ ἔνθεος, ὃ ἴδε.

Spanish (DGE)

v. ἔνθεος.

Greek Monolingual

-oυv (AM ἔνθους, -ουν)
συνηρ. τ. του ένθεος, συνηθέστ. στη νέα Ελληνική με τη σημ. ενθουσιασμένος, ενθουσιώδης, γεμάτος ενθουσιασμό.