κτενοφόρα: Difference between revisions
From LSJ
(22) |
(No difference)
|
(22) |
(No difference)
|
τα
ζωολ. φύλο υδρόβιων ασπόνδυλων που παλιότερα κατατάσσονταν μαζί με τα κνιδόζωα στα κοιλεντερωτά.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. ctenophora < cten(o)- (< κτείς, κτενός) + -phora (< -φόρα, ουδ. του -φόρος < φέρω)].