λίτρον: Difference between revisions
οἰκτίστῳ θανάτῳ εἵμαρτο ἁλῶναι → it was fated that you would be taken by the most miserable death, it has been decreed that thou shouldst be cut off by a most piteous death
(Bailly1_3) |
(23) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ου (τό) :<br /><i>ion. et anc. att. c.</i> [[νίτρον]]. | |btext=ου (τό) :<br /><i>ion. et anc. att. c.</i> [[νίτρον]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[λίτρον]], τὸ (Α)<br /><b>1.</b> (αρχ. τ.) [[νίτρον]]<br /><b>2.</b> [[μέτρο]] χωρητικότητας ίσο με μια ιταλική [[κοτύλη]], η [[λίτρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[νίτρον]], με ανομοιωτική [[τροπή]] του <i>ν</i> προ του <i>τ</i> σε λ. (<i>ν</i>: <i>τ</i> > <i>λ</i>: <i>τ</i>). Το ουδ. [[λίτρον]] «[[λίτρα]]» [[είναι]] μεταπλασμένος τ. του [[λίτρα]] (<i>η</i>)]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:43, 29 September 2017
English (LSJ)
[ῐ by nature], τό, older form for νίτρον, Hp.Epid.2.6.9 and 29, Hdt.2.86,87, Ar.Fr.320.1, Pl.Ti.60d, 65d (pl.), Thphr.HP3.7.6, Alex. 1, dub. l. in Pl.Com.69.3. II = λίτρα 111, PFay.331 (ii A. D.).
German (Pape)
[Seite 54] τό, altatt. = νίτρον, Alexis bei D. L. 3, 27; auch Her. 2, 86. 87. Bei Plat. Tim. 60 d schwankt die Lesart. Vgl. Lob. zu Phryn. p. 305.
Greek (Liddell-Scott)
λίτρον: τό, ἀρχαιότερον ἀντὶ τοῦ νίτρον, Ἡρόδ. 2. 86, 87, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 309, Πλάτ. Τίμ. 60D, 65D, Ἄλεξ. ἐν «Ἀγκ.» 1· πρβλ. Λοβεκ. Φρύν. 305.
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
ion. et anc. att. c. νίτρον.
Greek Monolingual
λίτρον, τὸ (Α)
1. (αρχ. τ.) νίτρον
2. μέτρο χωρητικότητας ίσο με μια ιταλική κοτύλη, η λίτρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νίτρον, με ανομοιωτική τροπή του ν προ του τ σε λ. (ν: τ > λ: τ). Το ουδ. λίτρον «λίτρα» είναι μεταπλασμένος τ. του λίτρα (η)].