λυσιχίτων: Difference between revisions
From LSJ
τὸ τῶν νικητόρων στρατόπεδον → Victorious Legion
(6_3) |
(23) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''λῡσῐχίτων''': [ῐ], -ωνος, ὁ, ἡ, ὁ φορῶν λυτὸν χιτῶνα, δηλ. [[ἄνευ]] ζώνης, Νόνν. Δ. 5. 407. | |lstext='''λῡσῐχίτων''': [ῐ], -ωνος, ὁ, ἡ, ὁ φορῶν λυτὸν χιτῶνα, δηλ. [[ἄνευ]] ζώνης, Νόνν. Δ. 5. 407. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[λυσιχίτων]], -ωνος, ὁ, ἡ (Α)<br />αυτός που φορεί λυτό χιτώνα, δηλ. [[χωρίς]] [[ζώνη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>λυσι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>χίτων</i> (<span style="color: red;"><</span> [[χιτών]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>φαιο</i>-<i>χίτων</i>, <i>χαλκο</i>-<i>χίτων</i>]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:44, 29 September 2017
English (LSJ)
[χῐ], ωνος, ὁ, ἡ,
A with loose tunic, Nonn.D.5.407.
Greek (Liddell-Scott)
λῡσῐχίτων: [ῐ], -ωνος, ὁ, ἡ, ὁ φορῶν λυτὸν χιτῶνα, δηλ. ἄνευ ζώνης, Νόνν. Δ. 5. 407.
Greek Monolingual
λυσιχίτων, -ωνος, ὁ, ἡ (Α)
αυτός που φορεί λυτό χιτώνα, δηλ. χωρίς ζώνη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λυσι- + -χίτων (< χιτών), πρβλ. φαιο-χίτων, χαλκο-χίτων].