ἠερομήκης: Difference between revisions

From LSJ

τἄλλαι ... γυναῖκες ... ἀπήλαἁν τὼς ἄνδρας ἀπὸ τῶν ὑσσάκων → the other women diverted the men from their vaginas

Source
(6_7)
(16)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἠερομήκης''': -ες, Ἐπ. ἀντὶ ἀερ-, ὑψηλὸς [[μέχρι]] τοῦ οὐρανοῦ, Ὀρφ. Ἀργ. 922.
|lstext='''ἠερομήκης''': -ες, Ἐπ. ἀντὶ ἀερ-, ὑψηλὸς [[μέχρι]] τοῦ οὐρανοῦ, Ὀρφ. Ἀργ. 922.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἠερομήκης]], -ες (Α)<br />(επικ. τ. του αερομήκης) [[ψηλός]] [[μέχρι]] τον ουρανό, [[θεόρατος]], [[ουρανομήκης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ηερο</i>- ιων. τ. του <i>αερο</i>- (<span style="color: red;"><</span> <i>αηρ</i>, <b>[[πρβλ]].</b> ιων. γεν. <i>ηέρος</i>) <span style="color: red;">+</span> -<i>μήκης</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μήκος]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>επι</i>-<i>μήκης</i>, <i>ισο</i>-<i>μήκης</i>].
}}
}}

Revision as of 07:16, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἠερομήκης Medium diacritics: ἠερομήκης Low diacritics: ηερομήκης Capitals: ΗΕΡΟΜΗΚΗΣ
Transliteration A: ēeromḗkēs Transliteration B: ēeromēkēs Transliteration C: ieromikis Beta Code: h)eromh/khs

English (LSJ)

ες, Ep. for ἀερ-,

   A high as heaven, Orph.A.924.

German (Pape)

[Seite 1155] ες (lust-), himmelhoch, Orph. Arg. 922.

Greek (Liddell-Scott)

ἠερομήκης: -ες, Ἐπ. ἀντὶ ἀερ-, ὑψηλὸς μέχρι τοῦ οὐρανοῦ, Ὀρφ. Ἀργ. 922.

Greek Monolingual

ἠερομήκης, -ες (Α)
(επικ. τ. του αερομήκης) ψηλός μέχρι τον ουρανό, θεόρατος, ουρανομήκης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ηερο- ιων. τ. του αερο- (< αηρ, πρβλ. ιων. γεν. ηέρος) + -μήκης (< μήκος), πρβλ. επι-μήκης, ισο-μήκης].