θυροποιός: Difference between revisions
From LSJ
(6_15) |
(17) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''θῠροποιός''': ὁ, ὁ κατασκευάζων θύρας, [[Πολυδ]]. Ζ΄, 111, Ἡσύχ., Σουΐδ. | |lstext='''θῠροποιός''': ὁ, ὁ κατασκευάζων θύρας, [[Πολυδ]]. Ζ΄, 111, Ἡσύχ., Σουΐδ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[θυροποιός]], ὁ (Α)<br />(ως [[παρωνύμιο]] του κωμικού ποιητή Αριστομένη) ο [[κατασκευαστής]] [[θυρών]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θύρα]] <span style="color: red;">+</span> -[[ποιός]] (<span style="color: red;"><</span> [[ποιώ]])]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:18, 29 September 2017
English (LSJ)
ὁ,
A door-maker, Poll.7.111; nickname of the Comic poet Aristomenes, Hsch., Suid.
German (Pape)
[Seite 1227] Thüren verfertigend, Poll. 7, 111; vgl. Suid.
Greek (Liddell-Scott)
θῠροποιός: ὁ, ὁ κατασκευάζων θύρας, Πολυδ. Ζ΄, 111, Ἡσύχ., Σουΐδ.
Greek Monolingual
θυροποιός, ὁ (Α)
(ως παρωνύμιο του κωμικού ποιητή Αριστομένη) ο κατασκευαστής θυρών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θύρα + -ποιός (< ποιώ)].