μολιβδόδετος: Difference between revisions
From LSJ
Ὁ δὲ μὴ δυνάμενος κοινωνεῖν ἢ μηδὲν δεόμενος δι' αὐτάρκειαν οὐθὲν μέρος πόλεως, ὥστε ἢ θηρίον ἢ θεός → Whoever is incapable of associating, or has no need to because of self-sufficiency, is no part of a state; so he is either a beast or a god
(6_17) |
(25) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μολιβδόδετος''': -ον, ὁ δεδεμένος, ἐστερεωμένος διὰ μολύβδου, [[Πολυδ]]. ϛʹ, 88. | |lstext='''μολιβδόδετος''': -ον, ὁ δεδεμένος, ἐστερεωμένος διὰ μολύβδου, [[Πολυδ]]. ϛʹ, 88. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[μολιβδόδετος]], -ον (Α)<br /><b>βλ.</b> [[μολυβδόδετος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:27, 29 September 2017
Greek (Liddell-Scott)
μολιβδόδετος: -ον, ὁ δεδεμένος, ἐστερεωμένος διὰ μολύβδου, Πολυδ. ϛʹ, 88.
Greek Monolingual
μολιβδόδετος, -ον (Α)
βλ. μολυβδόδετος.