μεσουρανώ: Difference between revisions

From LSJ

τιμήσεσθαι τοιούτου τινὸς ἐμαυτῷ → estimate the penalty for myself at so high a rate

Source
(24)
(No difference)

Revision as of 07:27, 29 September 2017

Greek Monolingual

(ΑM μεσουρανῶ, -έω)
(για ουράνια σώματα) βρίσκομαι στο μέσο του ουρανού, διέρχομαι από τον μεσημβρινό ενός τόπου, είμαι στο κατακόρυφο σημείοοἷονἥλιος καὶ τὰ ἄστρα ἀνίσχοντα καὶ δύνοντα μείζω φαίνεται ἢ μεσουρανοῡντα», Αριστοτ.)
νεοελλ.
μτφ. βρίσκομαι ή φθάνω στο πιο ψηλό σημείο της δράσης, της ακμής, της επιτυχίας ή της δόξας
αρχ.
βρίσκομαι στο ναδίρ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μεσούρανος].