λάχνωσις: Difference between revisions

From LSJ

Ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι → I seem, then, in just this little thing to be wiser than this man at any rate, that what I do not know I do not think I know either

Plato, Apology 21d
(6_21)
(22)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''λάχνωσις''': τὸ καλύπτειν διὰ τριχῶν, [[τρίχωσις]], Ἱππ. ἐν Θεολ. Ἀριθμ. σ. 43.
|lstext='''λάχνωσις''': τὸ καλύπτειν διὰ τριχῶν, [[τρίχωσις]], Ἱππ. ἐν Θεολ. Ἀριθμ. σ. 43.
}}
{{grml
|mltxt=[[λάχνωσις]], ἡ (Α) [[λαχνούμαι]]<br />το να [[είναι]] ή να γίνεται [[κάτι]] τριχωτό.
}}
}}

Revision as of 07:31, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λάχνωσις Medium diacritics: λάχνωσις Low diacritics: λάχνωσις Capitals: ΛΑΧΝΩΣΙΣ
Transliteration A: láchnōsis Transliteration B: lachnōsis Transliteration C: lachnosis Beta Code: la/xnwsis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A covering with hair, Hp.Hebd.5.21 R.

German (Pape)

[Seite 20] ἡ, das Bchaaren oder Behaartsein, Hippocr. u. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

λάχνωσις: τὸ καλύπτειν διὰ τριχῶν, τρίχωσις, Ἱππ. ἐν Θεολ. Ἀριθμ. σ. 43.

Greek Monolingual

λάχνωσις, ἡ (Α) λαχνούμαι
το να είναι ή να γίνεται κάτι τριχωτό.