μαδωνία: Difference between revisions

From LSJ

ἀλλὰ σὺ μὲν νῦν στῆθι καὶ ἄμπνυε → but you, stop now and catch your breath | but do thou now stand, and get thy breath

Source
(6_10)
(23)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''μᾰδωνία''': ἡ, Βοιωτ. [[ὄνομα]] τῆς νυμφαίας, Θεόφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 9. 13, 1.
|lstext='''μᾰδωνία''': ἡ, Βοιωτ. [[ὄνομα]] τῆς νυμφαίας, Θεόφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 9. 13, 1.
}}
{{grml
|mltxt=[[μαδωνία]] και [[μαδωνάϊς]], ἡ (Α)<br />το [[φυτό]] [[νυμφαία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μαδῶ</i> με υποχωρητικό σχηματισμό <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ωνία</i>, που εμφανίζεται σε ονομασίες [[φυτών]] (<b>[[πρβλ]].</b> [[βρυωνία]]: [[βρύω]])].
}}
}}

Revision as of 07:35, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 80] ἡ, die Wasserlilie, nymphaea, Theophr.

Greek (Liddell-Scott)

μᾰδωνία: ἡ, Βοιωτ. ὄνομα τῆς νυμφαίας, Θεόφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 9. 13, 1.

Greek Monolingual

μαδωνία και μαδωνάϊς, ἡ (Α)
το φυτό νυμφαία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μαδῶ με υποχωρητικό σχηματισμό + επίθημα -ωνία, που εμφανίζεται σε ονομασίες φυτών (πρβλ. βρυωνία: βρύω)].