ὀμβρήρης: Difference between revisions

From LSJ

ἔκδοτον σεαυτὴν τῷ σύροντι ποταμῷ τῶν πραγμάτων ἐᾶσαι → abandon yourself to the eddying flow of events

Source
(6_7)
(28)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὀμβρήρης''': -ες, = [[ὀμβρηρός]], Νικ. Θηρ. 406.
|lstext='''ὀμβρήρης''': -ες, = [[ὀμβρηρός]], Νικ. Θηρ. 406.
}}
{{grml
|mltxt=[[ὀμβρήρης]], -ες (Α)<br />[[βρόχινος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὄμβρος]] «ραγδαία [[βροχή]]» <span style="color: red;">+</span> -[[ήρης]] (<span style="color: red;"><</span> [[ἀραρίσκω]] «[[συναρτώ]]»), <b>πρβλ.</b> <i>ποδ</i>-[[ήρης]].
}}
}}

Revision as of 12:08, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 329] ες, = ὀμβρηρός, Nic. Ther. 406.

Greek (Liddell-Scott)

ὀμβρήρης: -ες, = ὀμβρηρός, Νικ. Θηρ. 406.

Greek Monolingual

ὀμβρήρης, -ες (Α)
βρόχινος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄμβρος «ραγδαία βροχή» + -ήρης (< ἀραρίσκω «συναρτώ»), πρβλ. ποδ-ήρης.