ὁμάς: Difference between revisions

From LSJ

Μὴ σπεῦδε πλουτεῖν, μὴ ταχὺς πένης γένῃ → Ditescere properans, inops fies cito → Vermeide schnellen Reichtum, sonst verarmst du schnell

Menander, Monostichoi, 358
(6_4)
(28)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὁμάς''': -άδος, ἡ, τὸ σύνολον, πάντες καθ’ ὁμάδα, πάντες [[ὁμοῦ]], Γεωπ. 10. 2, 3. 2) [[κοινότης]], Κ. Πορφυρ. πρὸς τὸν υἱὸν Ρωμανὸν 220, 11. - Ἴδε Κόντου Φιλολ. Ποικίλα ἐν Ἀθηνᾶς τ. Α΄, σ. 167.
|lstext='''ὁμάς''': -άδος, ἡ, τὸ σύνολον, πάντες καθ’ ὁμάδα, πάντες [[ὁμοῦ]], Γεωπ. 10. 2, 3. 2) [[κοινότης]], Κ. Πορφυρ. πρὸς τὸν υἱὸν Ρωμανὸν 220, 11. - Ἴδε Κόντου Φιλολ. Ποικίλα ἐν Ἀθηνᾶς τ. Α΄, σ. 167.
}}
{{grml
|mltxt=ἡ (ΑΜ [[ὁμάς]], -[[άδος]])<br /><b>βλ.</b> [[ομάδα]].
}}
}}

Revision as of 12:08, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὁμάς Medium diacritics: ὁμάς Low diacritics: ομάς Capitals: ΟΜΑΣ
Transliteration A: homás Transliteration B: homas Transliteration C: omas Beta Code: o(ma/s

English (LSJ)

άδος, ἡ,

   A the whole, πάντες καθ' ὁμάδα all together, Gp.10.2.3 ; ἐν ὁμάδι in one lump sum, Men.Prot.p.15 D. ; but ἐν ὁμάδι τὸ πρᾶγμα διοικούμενον comprehensively, Just.Edict.13Praef.

German (Pape)

[Seite 329] άδος, ἡ, die Gesammtheit, πάντες καθ' ὁμάδα, Alle insgesammt, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ὁμάς: -άδος, ἡ, τὸ σύνολον, πάντες καθ’ ὁμάδα, πάντες ὁμοῦ, Γεωπ. 10. 2, 3. 2) κοινότης, Κ. Πορφυρ. πρὸς τὸν υἱὸν Ρωμανὸν 220, 11. - Ἴδε Κόντου Φιλολ. Ποικίλα ἐν Ἀθηνᾶς τ. Α΄, σ. 167.

Greek Monolingual

ἡ (ΑΜ ὁμάς, -άδος)
βλ. ομάδα.