ὀνίας: Difference between revisions
From LSJ
Menander, Monostichoi, 483
(6_19) |
(29) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὀνίας''': -ου, ὁ, [[εἶδος]] σκάρου (scarus) κληθέντος [[οὕτως]] ἐκ τοῦ χρώματος, Ἀθήν. 320C, ἴδε σημ. Κοραῆ εἰς Ξενοκρ. σ. 99. | |lstext='''ὀνίας''': -ου, ὁ, [[εἶδος]] σκάρου (scarus) κληθέντος [[οὕτως]] ἐκ τοῦ χρώματος, Ἀθήν. 320C, ἴδε σημ. Κοραῆ εἰς Ξενοκρ. σ. 99. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ὀνίας]], ὁ (Α)<br />[[είδος]] ψαριού, πιθ. [[σκάρος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὄνος]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ίας</i> (<b>πρβλ.</b> <i>ακανθ</i>-<i>ίας</i>, <i>καρχαρ</i>-<i>ίας</i>)]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:09, 29 September 2017
English (LSJ)
ου, ὁ, a sea-fish, a kind of
A scarus, perh. Smaris vulgaris, Nic. Thyat. ap. Ath.7.320c.
German (Pape)
[Seite 347] ὁ, eine eselgraue Art des Seefisches Skarus, Ath. VII, 320 c.
Greek (Liddell-Scott)
ὀνίας: -ου, ὁ, εἶδος σκάρου (scarus) κληθέντος οὕτως ἐκ τοῦ χρώματος, Ἀθήν. 320C, ἴδε σημ. Κοραῆ εἰς Ξενοκρ. σ. 99.
Greek Monolingual
ὀνίας, ὁ (Α)
είδος ψαριού, πιθ. σκάρος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄνος + επίθημα -ίας (πρβλ. ακανθ-ίας, καρχαρ-ίας)].