ὀνοματογραφία: Difference between revisions

From LSJ

οἴκοι μένειν δεῖ τὸν καλῶς εὐδαίμονα → the person who is well satisfied should stay at home

Source
(6_11)
(29)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὀνομᾰτογρᾰφία''': ἡ, τὸ γράφειν ὀνόματα, Ἑβδ. (Α΄ Ἔσδρ. Ϛ΄, 12), Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 11. 67· ― ὀνομᾰτογράφος, ον, ὁ γράφων ἢ ἐπιγράφων ὀνόματα, Τζέτζ. ἐν Κραμήσου Παρισ. Ἀνεκδ. τ. 1, σ. 62, 2.
|lstext='''ὀνομᾰτογρᾰφία''': ἡ, τὸ γράφειν ὀνόματα, Ἑβδ. (Α΄ Ἔσδρ. Ϛ΄, 12), Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 11. 67· ― ὀνομᾰτογράφος, ον, ὁ γράφων ἢ ἐπιγράφων ὀνόματα, Τζέτζ. ἐν Κραμήσου Παρισ. Ἀνεκδ. τ. 1, σ. 62, 2.
}}
{{grml
|mltxt=[[ὀνοματογραφία]], ἡ (Α)<br /><b>1.</b> [[καταγραφή]] ονομάτων σε κατάλογο<br /><b>2.</b> [[ονομαστικός]] [[κατάλογος]] προσώπων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὄνομα]], -<i>ατος</i> <span style="color: red;">+</span> -[[γραφία]]].
}}
}}

Revision as of 12:09, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀνομᾰτογρᾰφία Medium diacritics: ὀνοματογραφία Low diacritics: ονοματογραφία Capitals: ΟΝΟΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ
Transliteration A: onomatographía Transliteration B: onomatographia Transliteration C: onomatografia Beta Code: o)nomatografi/a

English (LSJ)

ἡ,

   A writing of names, LXX 1 Es.6.12, S.E.M.11.67.

German (Pape)

[Seite 349] ἡ, das Schreiben des Namens, S. Emp. adv. eth. 67.

Greek (Liddell-Scott)

ὀνομᾰτογρᾰφία: ἡ, τὸ γράφειν ὀνόματα, Ἑβδ. (Α΄ Ἔσδρ. Ϛ΄, 12), Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 11. 67· ― ὀνομᾰτογράφος, ον, ὁ γράφων ἢ ἐπιγράφων ὀνόματα, Τζέτζ. ἐν Κραμήσου Παρισ. Ἀνεκδ. τ. 1, σ. 62, 2.

Greek Monolingual

ὀνοματογραφία, ἡ (Α)
1. καταγραφή ονομάτων σε κατάλογο
2. ονομαστικός κατάλογος προσώπων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄνομα, -ατος + -γραφία].